Κατά τη συζήτηση της πρότασης σύστασης προανακριτικής επιτροπής στη Βουλή, προχθές, ο Βενιζέλος ευθαρσώς δήλωσε ότι διατηρεί αντίγραφα δημοσίων - και ίσως και απορρήτων - εγγράφων στο σπίτι του. Μια τέτοια δήλωση, μόνο πανικό μπορεί να προδίδει, στο μέτρο που η εν λόγω πράξη κινείται στις παρυφές της νομιμότητας, αλλά έγινε επίληση της προκειμένου να καταδειχθεί ότι άλλη πράξη - αυτή της αντιγραφής και διατήρησης αντίγραφου της λίστας Λαγκάρντ - δεν είναι τόσο επιλήψιμη όσο φέρεται να είναι. Γιατί όμως ο Βενιζέλος διακατέχεται από τέτοιο πανικό; Μια εκδοχή είναι ότι η παραπομπή του σε προανακριτική επιτροπή αναπόφευκτα θα έφερνε στο φως και άλλα επιβαρυντικά για τον ίδιο στοιχεία. Μια άλλη εκδοχή είναι ότι η παραπομπή του σε προανακριτική επιτροπή θα τραυμάτιζε, ίσως ανεπανόρθωτα, την εικόνα της συγκυβέρνσης στην οποία συμμετέχει. Όποια από τις παραπάνω και αν είναι η αληθινή, λίγω σημασία έχει, υπό την έννοια ότι και οι δύο αυτές εκδοχές δείχνουν την προσπάθεια να αποφευχθεί ένα αποτέλεσμα, για ιδιοτελείς σκοπούς. Όπως λίγη σημασία έχει και ως προς το γεγονός ότι για να αποφευχθεί θα έπρεπε οι βουλευτές της συγκυβέρνησης να απόσχουν από την υπερψήφιση της προτάσεως παραπομπής του Βενιζέλου. Ο πανικός του λοιπόν είχε περισσότερο να κάνει με το εάν οι βουλευτές θα μπορούσαν να τηρήσουν την κομματική γραμμή, άσχετα από τις προσωπικές πεποιθήσεις τους. Δηλαδή εάν κάποιοι βουλευτές θα ψήφιζαν με τρόπο ευθέως αντίθετο προς τη συνείδηση τους και το Σύνταγμα.
Από την άλλη πλευρά, τους τελευταίους μήνες το νομοθετικό έργο παράγεται κατά κύριο λόγο με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, οι οποίες, για το τυπικό, μεταγενέστερα κυρώνονται από το νομοθετικό σώμα, δηλαδή τη Βουλή. Οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου είναι ένα εργαλείο, το οποίο παρέχεται προκειμένου να καθίσταται εφικτή η νομοθετική κάλυψη σε περιόδους ή υπό συνθήκες που άλλως δεν θα ήταν εφικτή. Ουδόλως, όμως είναι ο τυπικός, νόμιμος και νομότυπος τρόπος παραγωγής νομοθετικού έργου.
Από την άλλη πλευρά, και εκείνα τα λίγα νομοσχέδια, που δεν αναλώνονται στην ψήφιση - έγκριση πράξεων νομοθετικού περιεχομένου και φέρονται προς ψήφιση στη Βουλή, συνήθως έρχονται με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, δηλαδή με μικρότερο χρόνο συζήτησης. Και τελικά όλα τα νομοσχέδια (υπερ)ψηφίζονται με βάση και γνώμονα την κομματική πειθαρχία των κομμάτων της συγκυβέρνησης.
Κάπως έτσι λοιπόν παράγεται σήμερα η νομοθεσία στην Ελλάδα. Σίγουρα είναι - οριακά - νομότυπη, στο μέτρο που έχει τηρηθεί η προβλεπόμενη διαδικασία, αλλά είναι εν τέλει νόμιμη; Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι ούτε τα δικαστήρια έχουν δικαίωμα να ελέγξουν αυτό το σκέλος, παρά μόνο στο μέτρο της συνταγματικής αντίφασης. Κι αν τελικά, σήμερα στην Ελλάδα, έχουμε μόνο νομότυπους και όχι νόμιμους νόμους, οι πολίτες συνεχίζουμε να υπέχουμε υποχρέωση τήρησής τους;
Το σημαντικότερο όμως ερώτημα ανακύπτει σε σχέση με το τι είναι τελικά η νομιμότητα; Η συμμόρφωση με τους νόμους, θα ήταν μια πρώτη απάντηση. Στην περίπτωση όμως που υπάρχουν - αν μη τι άλλο - αμφιβολίες ως προς τη νομιμότητα των νόμων, πως ακριβώς μπορούμε να μιλάμε για νομιμότητα που προκύπτει από τη συμμόρφωση προς αυτούς. Αν αύριο γίνει νόμος - με τη νόμιμη διαδικασία, ήτοι νομότυπα - ότι αντί για καλημέρα, θα είμαστε υποχρεωμένοι να λέμε "άντε γαμήσου", θα σπεύσουμε να συμμορφωθούμε αδιαμαρτύρητα ; Κι αν όχι, θα έχουμε πάψει να είμαστα νόμιμοι ή νομιμόφρονες;
Μήπως τελικά έχουμε καταλήξει να τηρούμε τα προσχήματα και όχι τους νόμους; Μήπως τελικά η γυναίκα του Καίσαρα δεν είναι τίμια, αλλά καταβάλει δεινές προσπάθειες να δείχνει τέτοια; Μήπως τελικά η νομιμότητα που προέρχεται από αμφισβητούμενης νομιμότητας νόμους είναι η ταφόπλακα κάτω από την οποία τα σκουλήκια κάνουν πάρτυ στο εν αποσύνθεση σώμα της κοινωνίας;