Αν παρατηρήσει κανείς οποιοδήποτε τυχαίο συνασπισμό ανθρώπων, το πρώτο πράγμα που θα ανακαλύψει είναι ότι, λογικό και πραγματικό, προαπαιτούμενο του συνασπισμού είναι η κοινότητα ενός στοιχείου μεταξύ των συνασπισμένων. Αν, σε δεύτερο στάδιο, προσπαθήσει εμπειρικά να ανακαλύψει ποια στοιχεία μπορούν να χρησιμεύσουν ως κοινά, προκειμένου να δημιουργηθεί ένας συνασπισμός, δεν μπορεί παρά να καταλήξει στα εξής δύο : την επιδίωξη ή την πίστη. Ως επιδίωξη μπορεί να ορισθεί το συμφέρον, με ευρύτερη έννοια και αποφορτισμένο από την αρνητική χροία που συνήθως το συνοδεύει, ως πίστη δε, μπορεί να ορισθεί η σύμπτωση απόψεων περί συγκεκριμένου θέματος και η κατ' επέκταση αυτής σύμπτωση στην θεώρηση του ίδιου θέματος.
Είναι περισσότερο από πιθανό ότι η - κοινή - επιδίωξη, υπό την παραπάνω έννοια της, στο μέτρο που στηρίζεται στο κοινό συμφέρον, έναν απολύτως μεταβλητό και ευμετάβλητο παράγοντα, μάλλον ως ευκαιριακή μπορεί να θεωρηθεί. Και τούτο διότι, τυχόν μεταβολή του περιεχομένου του συμφέροντος, το οποίο, αναγκαστικά και εκ των πραγμάτων, εμπεριέχει την υποκειμενική θεώρηση, σε ένα ή περισσότερα μέλη του συναπισμού, θα οδηγήσει αναπόδραστα στη διάσπαση του συναπισμού ή ακόμη και στον αφανισμό του.
Αντίθετα, όμως, η πίστη, υπό την παραπάνω έννοια της, είναι λιγότερο μεταβλητή και κατ' επέκταση ευμετάβλητη, αφού ο πυρήνας της συνίσταται στην εδραιωμένη πεποίθηση, είτε αυτή προέρχεται από την αποδειξιμότητα ή την αποδεδειγμένη αλήθεια της, είτε από την προσήλωση και ανεπιφύλακτη αποδοχή της. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, οι περισσότεροι συνασπισμοί που ορίζουν ως κοινό στοιχείο των μελών τους, την πίστη, τείνουν να είναι ανθεκτικοί και διαχρονικοί οργανισμοί, με σταθερό και ανανεούμενο πλήθος μελών.
Λαμβάνοντας όμως υπόψη το προηγούμενο εμπειρικό συμπέρασμα, ότι δηλαδή οι περισσότεροι συνασπισμοί ανθρώπων εδράζονται είτε στην κοινή επιδίωξη, είτε στην κοινή πίστη, μπορούμε, με ασφάλεια, να υποθέσουμε ότι στην μεν πρώτη περίπτωση (κοινή επιδίωξη), οι άνθρωποι που μετέχουν του συνασπιμού, κατ' αρχήν αποζητούν να επωφεληθούν της μεγαλύτερης δύναμης που αυτός εκλύει, σε συνάρτηση με τον αριθμό των μελών του (η ισχύς εν τη ενώσει). Αντίθετα, στη δεύτερη περίπτωση (κοινή πίστη), παρίσταται ανάγλυφη η ανάγκη αποδοχής του ανθρώπου.
Όπως είναι αναμενόμενο, η περίπτωση συνασπισμών με θεμέλιο την κοινή πίστη παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον, σε σχέση με τους συνασπισμούς κοινής επιδίωξης, λόγω των κατά κύριο λόγο ωφελιμιστικών ή σε κάθε περίπτωση ευκαιριακού χαρακτήρα των τελευταίων. Περαιτέρω, οι συνασπισμοί κοινής πίστης τείνουν να προσελκύουν την προσοχή του παρατηρητή, διότι διευρύνουν, ή έστω μπορούν να διευρύνουν, τα όρια της παρατήρησης, στο μέτρο που μπορούν εν συνεχεία να διαιρεθούν μεταξύ συνασπισμών κοινής πίστης επί αποδείξιμου ή αποδεδειγμένου θέματος, και συνασπισμών πίστης επί παραδοχών, αποδοχών και αξιωμάτων.
Σε όλες τις περιπτώσεις συνασπισμών όμως, μπορεί ασφαλώς να διατυπωθεί ότι αυτοί (οι συνασπισμοί) ως συντεταγμένη ομάδα αντλούν δύναμη, ευθέως ανάλογη προς τον αριθμό των μελών τους. Η διαχείριση, αλλά και η κατεύθυνση αυτής της δύναμης πραγματοποιείται σύμφωνα με την εσωτερική οργάνωση του συνασπιμού, ο κανόνας όμως θέλει οι τελικές αποφάσεις να λαμβάνονται, στις περισσότερες περιπτώσεις, από έναν μικρό αριθμό μελών του συνασπισμού. Παραβλέποντας τις ενστάσεις, αντιρρήσεις ή όποιες αξιολογικές κρίσεις του θέματος επί του οποίου εδράζεται η κοινή πίστη ενός τέτοιου συνασπισμού, δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει το γεγονός της διαχείρισης της δυνάμεως του οργανισμού από μια μικρότερη ομάδα μελών. Το δια ταύτα λοιπόν είναι ότι ακόμη και στις περιπτώσεις συνασπισμών που η κοινή πίστη τους αφορά ένα αποδεδειγμένο θέμα, τα μέλη τους αυτόβουλα και συνειδητά παραδίδουν τη διαχείριση της δύναμης που δημιουργείται και πηγάζει από αυτά, σε μια μικρή - σίγουρα μικρότερη σε σχέση με το συνασπισμό - ομάδα. Στις περιπτώσεις δε συνασπισμών που η κοινή πίστη αφορά παραδοχές, αποδοχές ή αξιώματα, η διαχείριση της δυνάμεως του συνασπισμού είναι βέβαιο ότι θα γίνει από μια μικρή ομάδα, στο μέτρο που τα μέλη του συνασπιμού, σχεδόν προκαταβολικά, πάντως σίγουρα με την ένταξη τους έχουν εκχωρήσει το σχετικό δικαίωμα, κυρίως υπό τη μορφή μιας ακόμης παραδοχής, αποδοχής ή αξιώματος.
Από τα παραπάνω ίσως έχει γίνει ήδη φανερό ότι το ενδιαφέρον της παρούσας ανάρτησης επικεντρώνεται στους συνασπισμούς πίστης επί αποδείξιμου ή αποδεδειγμένου θέματος και η αναφορά στην παράδοση διαχείρισης της δυνάμεως του συνασπισμού σε μια μικρότερη, εκ των κόλπων του συνασπισμού, ομάδα αποσκοπεί στη εν τέλει διατύπωση των ερωτημάτων που απασχολούν τη γράφουσα.
Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη ότι σε τέτοιους συνασπισμούς κατά κανόνα συμμετέχουν άνθρωποι σκεπτόμενοι, οι οποίοι κατά κανόνα, μέσω της συμμετοχής τους σε αυτούς, αποσκοπούν στην περαιτέρω επεξεργασία, πραγματεία ή εμβάθυνση επί του θέματος - θεμελίου του συνασπισμού - ερωτάται ποια είναι η αιτία αυτής της συμμετοχής. Προφανώς ως αιτία συμμετοχής δεν μπορεί να νοηθεί η αναζήτηση γνώσεων, διότι αυτή μπορεί να πραγματοποιηθεί και εκτός των κόλπων του συνασπισμού. Ποιό είναι, λοιπόν, το κίνητρο που ωθεί τους ανθρώπους, και ιδίως αυτούς που ξέρουν και θέλουν να σκέπτονται για τον εαυτό τους, να αποφασίζουν να συσκέπτονται με άλλους, οι οποίοι κατά τεκμήριο δεν πρόκειται να παράσχουν διαφορετική οπτική γωνία ; Και πόσο τελικά ισχυρό μπορεί να είναι αυτό το κίνητρο που τους βοηθά να υπερβούν το φόβο της ακούσιας ποδηγέτησης τους, που ελλοχεύει πάντα, στις περιπτώσεις που πρέπει ή εκ των πραγμάτων γίνεται διαχείριση δυνάμεως ;
Disclaimer (απαραίτητο, γιατί όλοι μας βλέπουμε τον κόσμο και τους άλλους μέσα από τα γυαλιά που ο καθένας έχει επιλέξει ή έχει επιτρέψει να φορά ή να του φορούν ) : Η παρούσα ανάρτηση καμία σχέση έχει (και ούτε θέλει να έχει) με θρησκευτικά θέματα. Επίσης, η παρούσα ανάρτηση δεν φιλοδοξεί να κάνει ψυχανάλυση, ούτε στους άλλους, ούτε στη γράφουσα. Περαιτέρω, η παρούσα ανάρτηση απλώς "κοιτά" ένα θέμα και δεν θέλει να το αξιολογήσει, αλλά αντίθετα προσπαθεί απλά να το "δει". Τέλος, η παρούσα ανάρτηση δεν αποτελεί διακήρυξη πολιτικών ιδέων ή πεποιθήσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου