Διάβαζα τις προηγούμενες ημέρες διάφορες ηλεκτρονικές δημοσιεύσεις για την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου κατά της Ιταλίας, σχετικά με τη χρήση θρησκευτικών συμβόλων και την επίδραση/επίπτωση της στα υπόλοιπα κράτη-μέλη, αναφορικά με τη δεσμευτικότητα της. Επίσης διάβασα σχετικά με την αίτηση που υπεβλήθη ενώπιον του Εφετείου Αθηνών για την αφαίρεση της εικόνας και του ευαγγελίου κατά την εκδίκαση υποθέσεως, κατόπιν αιτήματος διαδίκου.
Στο σημείο αυτό πρέπει να γίνει η εξής σημαντική παρατήρηση. Το σχόλιο που ακολουθεί παραβέπει εντελώς τη νομική σκοπιά των πραγμάτων και προσπαθεί να μείνει στην ουσία των πραγμάτων.
Υπό αυτό αυτό το πρίσμα, αξίζει να σημειωθούν, επιγραμματικά, τα εξής :
1. Στο μέτρο που κάθε πολίτης είναι ελεύθερος να πιστεύει ή να μην πιστεύει στην ύπαρξη ανώτερης δύναμης, όποιο όνομα κι αν της δίνει, είναι προφανώς απαράδεκτο να παρεισφρύουν θρησκευτικά στοιχεία (σύμβολα, δόγματα κ.λ.π.) σε διαδικασίες που απευθύνονται σε αόριστο αριθμό ατόμων, όπως είναι η δικαστική διαδικασία.
2. Είναι προφανώς δικαίωμα του πολίτη να αρνηθεί την ύπαρξη / αποδοχή θρησκευτικού στοιχείου, σε διαδικασία που δεν είναι θρησκευτική, είτε πιστεύει, γενικότερα στην ύπαρξη ανώτερης δύναμης, ή σε συγκεκριμένη θρησκεία, είτε δεν πιστεύει ούτε στο ένα, ούτε στο άλλο.
3. Το δικαίωμα έχει απονεμηθεί, ή ίσως να έχει κατακτηθεί από τους πολίτες, προκειμένου να αποφεύγονται φαινόμενα διακρίσεως, με βάση τα πιστεύω εκάστοτε πολίτη. Σε περιπτώσεις δε που τυχόν διάκριση υπέρ ή εις βάρος πολίτη είναι πιθανή και η βλάβη εξ αυτής αυξημένη, είναι επιβεβλημένο να λαμβάνονται αυστηρότερα μέτρα.
Με βάση τα παραπάνω, κατ' αρχήν και προς αποφυγή παραξηγήσεων δηλώνω ότι δεν πιστεύω σε θρησκεία, σε σχέση δε με την ύπαρξη ή όχι ανώτερης δύναμης, δηλώνω άγνοια. Σε σχέση με τα δικαιώματα μου ως πολίτη, πιστεύω εμφαντικά ότι πρώτη εγώ πρέπει να τα υπερασπίζομαι, κυρίως μέσω του σεβασμού των δικαιωμάτων των συμπολιτών μου. Η ύπαρξη θρησκευτικών συμβόλων σε κάθε κοινωνική διαδικασία (μεταξύ των οποίων και η δικαστική) θεωρώ ότι είναι απαράδεκτη και στο μέτρο που επιβάλλεται σε ευπαθείς - λόγω συγκεκριμένων συνθηκών - κοινωνικές ομάδες (όπως στους διαδίκους μιας δίκης, από την έκβαση της οποίας μπορεί να διακυβεύονται σημαντικότατα ζητήματα της ζωής τους, ή στα σχολεία που αλώνεται το ανυπεράσπιστο μυαλό ανθρώπων) είναι κατακριτέα, αποδοκιμαστέα και αποκρουστέα.
Στη συγκεκριμένη όμως περίπτωση (αίτηση ενώπιον του Εφετείου Αθηνών) παρατήρησα ότι, σύμφωνα με τις πληροφορίες που εντόπισα, η υπόθεση που εκδικαζόταν αφορούσε τη διόρθωση αποφάσεως, συνεπώς το δικαστήριο είχε ήδη κρίνει την ουσία της διαφοράς και η εν λόγω διαδικασία αποσκοπούσε στη διόρθωση κάποιου στοιχείου της αποφάσεως που ουδόλως επηρέαζε την έκβαση της δίκης. Από το γεγονός αυτό οδηγούμε στο συμπέρασμα ότι η αίτηση για την αφαίρεση της εικόνας και του ευαγγελίου έγινε επ' αφορμή της εκδόσεως της παραπάνω απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και όχι για τη διαφύλαξη ζωτικής σημασίας συμφέροντος του διαδίκου. Υποθέτω δε, εντελώς αυθαίρετα και ατεκμηρίωτα, ότι όταν δικάστηκε η εν λόγω υπόθεση στην ουσία της, κανένα τέτοιο αίτημα δεν υποβλήθηκε.
Το γεγονός αυτό καθεαυτό προφανώς δεν αλλάζει - ούτε θα μπορούσε να αλλάξει - τη θέση μου ότι στις δικαστικές αίθουσες δεν επιτρέπεται να υπάρχουν θρησκευτικά σύμβολα. Αλλάζει όμως την οπτική γωνία που αποφασίζω να δω για λίγο το θέμα αυτό. Τα δικαιώματα πρέπει να διεκδικούνται και να απαιτείται ο σεβασμός τους κατά πάντα χρόνο και όχι μόνο όταν η επικαιρότητα τα φέρνει στο προσκήνιο. Αναρωτιέμαι λοιπόν αν θα είχε υποβληθεί η αίτηση για την αφαίρεση της εικόνας και του ευαγγελίου, εάν προηγουμένως δεν είχε έρθει στην επικαιρότητα η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και, μετά λύπης, συμπεραίνω - αυθαίρετα ίσως - πως όχι.
Αντί άλλου σχολίου : Φοβάμαι όλα αυτά που θα γίνουν για μένα, χωρίς εμένα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου