Σήμερα το πρωί, ενέδωσα στην κακή συνήθεια της παρακολούθησης πρωινών ενημερωτικών εκπομπών. Ω του θαύματος όμως, σήμερα διασκέδασα, αντί να εκενυριστώ, όπως συμβαίνει τις περισσότερες φορές.
Παρακολούθησα με μεγάλο ενδιαφέρον, δύο θέμα στη ΝΕΤ, το ένα για την επανεμφάνιση κρουσμάτων γρίπης και το δεύτερο για την - ακόμη μια - τροποποίηση (βλ. ξεκοίλιασμα) του νόμου περί απαγόρευσης του καπνίσματος, καθώς και ένα θέμα στον ΣΚΑΙ, για το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων.
Ειδικά, τα δύο θέματα στη ΝΕΤ, στην αρχή προξένησαν στον μικρό και υπολειτουργούντα εγκέφαλο μου ένα χρονικό μπέρδεμα, καθόσον είχα έντονη την ανάμνηση ότι κάτι τέτοιο είχα παρακολουθήσει στο παρελθόν. Σαν να μην πέρασε μια μέρα, από τότε που καθημερινά και σε πολλές επαναλήψεις (καθόσον η επανάληψη είναι η μήτηρ της μαθήσεως), βομβαρδιζόμουν ανηλεώς με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες για την επικινδυνότητα της γρίπης. Σήμερα φυσικά, δεν άκουσα τα ίδια. Φέτος ο περισινός μπαμπούλας έγινε ένα ακόμη στελεχάκι του συνηθισμένο εμβολίου... ω ποια κατάληξις για μια πανδημία. Βέβαια, θα αντιλέξει κάποιος - και δικαιολογημένα - η ιατρική επιστήμη σε αγαστή συνεργασία με τη χημεία και τη φαρμακολογία έχουν υποβιβάσει ή εξαφανίσει πολλούς παλιούς μπαμπούλες, οπότε ήταν θέμα χρόνου να γίνει το ίδιο και με αυτή τη γρίπη. Φυσικά και ήταν θέμα χρόνου και χαίρομαι ιδιαιτέρως για αυτό. Πλην όμως για τον ίδιο ακριβώς λόγο, θεωρούσα πάντα υπερβολική την υστερία και τον πανικό που είχε επικρατήσει.
Το άλλο θέμα ήταν για την απαγόρευση του καπνίσματος. Αλήθεια, πως ακριβώς φτάσαμε από την προστασία της υγείας των πολιτών στη φορολογία; Δύσκολο να το κατανοήσω, πολλώ δε μάλλον αφού δεν έχω πολιτικό ή οικονομολογικό υπόβαθρο. Θυμάμαι όμως (κακό πράγμα η μνήμη τελικά, σε μπερδεύει) συζητήσεις επί συζητήσεων, από φιλάνθρωπους μαχητές της υγείας μου και των άλλων, μέχρι διακηρύξεις ελευθερίας και επαναστατικούς αγώνες, για το θέμα της απαγόρευσης του καπνίσματος. Που πήγαν όλα αυτά τα μεγαλειώδη; Και γιατί ξέμεινα, ο άμοιρος πολίτης, με ένα φόρο και μια μεζούρα να μετράω τετραγωνικά;
Πολύ μου αρέσει όταν γελοιοποιούμαστε κατ' αυτόν τον τρόπο. Η γελοία επικαιρότητα του χθες είναι η επικαιρότητα του γελοίου του αύριο. Τις λατρεύω κυριολεκτικά αυτές τις στιγμές και τα τελευταία χρόνια ζω την απίθανη ευκαιρία της σύντμησης του χρόνου, που αναγκαστικά μεσολαβεί! Οφείλω όμως να αναφέρω ότι την πρωτοκαθεδρία ακόμη κρατάει το "λεφτά υπάρχουν" που μέσα σε ολίγους μήνες μετετράπη σε "ό,τι έχετε ευχαρίστηση". Οργασμός!
Πάμε και στο ΣΚΑΙ. Χάριν ευσυνοψίας, παραλείπω σχολιάκια που οφείλω προς την εν λόγω σκάφη και τις βλέψεις της να βάλει μπουγάδα και στον δικό μου εγκέφαλο, και συνεχίζω με το "φλέγον" ζήτημα των κλειστών επαγγελμάτων. Ελλείψει επαρκών γνώσεων για τα λοιπά κλειστά επαγγέλματα, θα περιοριστώ και θα ασχοληθώ με το επάγγελμα του δικηγόρου.
Χρόνια προσπαθώ να καταλάβω γιατί είναι κλειστό και πάντα καταλήγω με απορίες. Είναι κλειστό γιατί απαιτείται η άδεια ασκήσεως επαγγέλματος; Για τους μη γνώστες αναφέρω ότι μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της φοίτησης σε Νομική Σχολή, ο φέρελπις νέος εγγράφεται, ως ασκούμενος, σε όποιο Δικηγορικό Σύλλογο επιθυμεί. Η άσκηση είναι υποχρεωτική και αποσκοπεί στην απόκτηση εμπειρίας περί τη νομική διαχείριση υποθέσεων και την παράσταση ενώπιον δικαστηρίων. Για το λόγο αυτό, πέραν της συμπλήρωσης του απαιτούμενου χρόνου (18 μήνες) πρέπει να συμπληρωθεί και ένας αριθμός παραστάσεων σε δικαστήρια (όπου φυσικά ο ασκούμενος δεν παρίσταται μόνος, αλλά συμπαρίσταται - κυριολεκτικά και μεταφορικά - με δικηγόρο). Πρακτικά, η άσκηση είναι η περίοδος που οι περισσότεροι δουλεύουν όσες ώρες επιθυμεί ο εργοδότης τους, με όποια αμοιβή ο τελευταίος επιθυμεί και οι αρμοδιότητες περιλαμβάνουν, εκτός από το καθημερινό τρέξιμο σε δικαστήρια για τη διεκπεραίωση των γραφειοκρατικής φύσεως εργασιών, την παρασκευή καφέ και το σερβίρισμα του, την παραλαβή των ρούχων από το καθαριστήριο, το πλύσιμο των πιάτων πριν την αποχώρηση από την εργασία και άλλες τέτοιες εξόχως μεστές δικηγορικής εμπειρίας εργασίες. Ειρήσθω εν παρόδω ότι ο Δικηγορικός Σύλλογος έβγαλε κάποια στιγμή μια απόφαση, με την οποία καθόριζε το ελάχιστο ποσό αμοιβής του ασκούμενου (καθώς και του συνεργάτη - βλ. δουλοπάροικου - δικηγόρου, ήτοι αυτού που δουλεύει έναντι σταθερής αμοιβής - ήτοι αδήλωτης πάγιας αντιμισθίας προκειμένου ο εργοδότης να μην επιβαρύνεται με μέρος των ασφαλιστικών εισφορών). Η απόφαση όμως αυτή, τελικά ήταν ευχή/παρότρυνση/ενθάρρυνση προς τα μέλη και όχι δεσμευτική για αυτά. Με την ολοκλήρωση του χρόνου ασκήσεως και του απαιτούμενου αριθμού συμπαραστάσεων, ο ασκούμενος δικαιούται να συμμετάσχει στις εξετάσεις για την απόκτηση της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος. Ανάλογα με την επίδοση του σε αυτές (πρέπει να πιάσει τη βάση του 5), οι οποίες προφανώς αποσκοπούν να ελέγξουν αν κατέχει τις στοιχειώδεις γνώσεις, θα κριθεί εάν θα λάβει την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος. Το επίπεδο των εξετάσεων είναι τέτοιο, που για να καταφέρεις να κοπείς πρέπει να προσπαθήσεις και μάλιστα σκληρά, καθόσον ακόμη θυμάμαι ότι τότε που τις έδωσα εγώ, στο εμπορικό δίκαιο, οι επιτηρητές, κατόπιν επίμονων και φορτικών πιέσεων κάποιων εκ των διαγωνιζομένων, υπαγόρευσαν τις απαντήσεις σε θέματα που θα μπορούσε να απαντήσει και ο μύκητας που φιλοξονώ στο ψυγείο μου, σε ένα ταπεράκι όπου ξέμεινε λίγη φέτα.
Φαντάζομαι ότι κανείς δεν υποστηρίζει τη δυνατότητα μη απόφοιτος νομικής σχολής να επιτρέπεται να ασκεί το επάγγελμα του δικηγόρου. Συνεπώς, ένας ελάχιστος έλεγχος των τυπικών προσόντων θα είναι πάντα απαραίτητος. Κατά την ταπεινή άποψη μου πάντως, θα έπρεπε να υπάρχει και ένας αυστηρός ουσιαστικός έλεγχος των πραγματικών προσόντων του υποψηφίου δικηγόρου, μέσα από τη διαδικασία σοβαρών εξετάσεων, όπως άλλωστε γίνεται σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες (και με ιδιαίτερη αυστηρότητα στην Αγγλία, ιδίως σε ό,τι αφορά τους δικηγόρος με δικαίωμα παράστασης ενώπιον δικαστηρίων), αλλά και στο λίκνο του καπιταλισμού, τις ΗΠΑ. Δεν πρέπει όμως να συνεχίσουμε να κοροϊδεύουμε αλλήλους και τους υπόλοιπους ότι δήθεν τάχα είναι εξετάσεις αυτές που διενεργούν οι κατά τόπους δικηγορικοί σύλλογοι, οπότε αν θέλετε τη γνώμη μου, ας καταργηθούν κιόλας, αν τελικά κριθεί ότι ο ουσιαστικός έλεγχος των προσόντων των υποψηφίων δεν είναι απαραίτητος.
Πάμε λοιπόν στην επόμενη απορία. Μήπως είναι οι ελάχιστες αμοιβές που καθιστούν το επάγγελμα του δικηγόρου κλειστό; Αλλά τι είναι οι ελάχιστες αμοιβές; Οι ελάχιστες αμοιβές που σήμερα υπάρχουν και εφαρμόζονται είναι αυτές που συνδέονται με την παράσταση δικηγόρου ενώπιον δικαστηρίου ή κατά την κατάρτιση και υπογραφή συμβολαίου. Ο Κώδικας περί Δικηγόρων αναφέρει ελάχιστες αμοιβές και σε άλλες περιπτώσεις, αλλά προκειμένου να καταστεί προφανής ο βαθμός χρήσης τους, αναφέρω μόνο ότι είναι ακόμη εκπεφρασμένες σε ... μεταλλικές δραχμές! Πάμε λοιπόν στις "ζωντανές" ελάχιστες αμοιβές, αφήνοντας τα λείψανα στη λειψανοθήκη τους. Οι ελάχιστες αυτές αμοιβές αποτυπώνονται στο λεγόμενο γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής, που εκδίδεται σε τετραπλότυπο από τον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο για την παράσταση στο δικαστήριο ή σε συμβόλαιο. Η προσκομιδή δύο στελεχών εκ του τετραπλοτύπου στο δικαστήριο ή στο συμβολαιογράφο επιτρέπει τη συμμετοχή του δικηγόρου στην διαδικασία. Οι ελάχιστες αμοιβές υπολείπονται ΚΑΤΑ ΠΟΛΥ των πραγματικών αμοιβών που λαμβάνει οποιοσδήποτε δικηγόρος και για το λόγο αυτό πολύ δύσκολα μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι εξασφαλίζουν ένα δίχτυ ασφαλείας στις αμοιβές των δικηγόρων. Από την άλλη πλευρά όμως, κατά την έκδοση του γραμματίου, καταβάλλεται ο αναλογών φόρος και κρατήσεις υπέρ ασφαλιστικών ταμείων (οι οποίες, σημειώνεται, ότι δεν συμψηφίζονται με το ποσό που οφείλει κάθε δικηγόρος ως ασφαλιστικές εισφορές ετησίως). Όταν θεσπίστηκε η υποχρεωτική έκδοση γραμματίου προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής, βάσει ελαχίστων προβλεπόμενων αμοιβών, κυριότερος λόγος, που πανηγυρικά διακηρύσσονταν σε όλους τους τόνους, ήταν η πάταξη της φοροδιαφυγής με την (προ)είσπραξη φόρου από το κράτος. και τον "εξαναγκασμό" των δικηγόρων να εκδίδουν απόδειξη, τουλάχιστον στις περιπτώσεις που είχε εκδοθεί γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, δεδομένης της χαμηλότατης αξίας της αμοιβής είναι δύσκολο έως αστείο να υποστηριχθεί ότι με τον τρόπο αυτό νοθεύεται ο ανταγωνισμός και ότι προστατεύεται συντεχνιακά το εν λόγω επάγγελμα. Ενδεικτικά, αναφέρω ότι για την παράσταση δικηγόρου ενώπιον τριμελούς πλημμελειοδικείου για την υπεράσπιση του κατηγορούμενου, η ελάχιστη προβλεπόμενη αμοιβή ανέρχεται στο ποσό των 214 ευρώ.
Μέχρι τώρα φαίνεται ότι η απαιτούμενη άδεια ασκήσεως επαγγέλματος και οι ελάχιστες αμοιβές δεν μοιάζουν να "κλείνουν" και πολύ το επάγγελμα. Ας δούμε όμως και τους γεωγραφικούς περιορισμούς. Σύμφωνα με τον Κώδικα περί Δικηγόρων, ο δικηγόρος μπορεί να παρίσταται ενώπιον των δικαστηρίων της περιφέρειας του πρωτοδικείου στην έδρα του οποίου βρίσκεται ο Δικηγορικός Σύλλογος που είναι εγγεγραμμένος. Αυτό όμως περιορίζεται στα αστικά και διοικητικά δικαστήρια. Για τα ποινικά δικαστήρια δεν υπάρχει τέτοιος περιορισμός. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι ο δικηγόρος Αθηνών δεν μπορεί να δικάσει μια εργατική διαφορά ή να κάνει συμβόλαιο στη Λάρισα και το αντίστροφο, αλλά μπορεί να παρασταθεί ενώπιον οποιουδήποτε βαθμού ποινικού δικαστηρίου, οπουδήποτε στην επικράτεια. Για να μπορέσει λοιπόν να εμφανιστεί στο δικαστήριο της Λάρισας ,υπό την ιδιότητα του δικηγόρου, ο αθηναίος πρέπει να συνοδεύεται από δικηγόρο εγγεγραμμένο στο Δικηγορικό Σύλλογο Λάρισας, και ο λαρισαίος αμείβεται κανονικά, αν έχει συμμετάσχει στην προετοιμασία της δίκης, ή με την ελάχιστη αμοιβή συνήθως, αν η συμμετοχή του περιορίζεται στην εμφάνιση του στο δικαστήριο για να νομιμοποιήσει τον αθηναίο. Δεν χρειάζεται, φαντάζομαι, να αναφέρω ποιους πλήττει περισσότερο η άρση των γεωγραφικών περιορισμών. Αντίθετα, όμως ωφελεί μόνο εκείνους τους δικηγόρους ή τα δικηγορικά γραφεία που συγκεντρώνουν μεγάλο αριθμό υποθέσεων ανά την επικράτεια. Πλην των πληττομένων και των ωφελουμένων, για τους υπόλοιπους η ύπαρξη ή η άρση των γεωγραφικών περιορισμών παραμένει αδιάφορη. Υποθέτω ότι το ίδιο αδιάφορη είναι και για τους πολίτες, στο μέτρο που αυτός που έχει μια υπόθεση στη Λάρισα είναι μάλλον απίθανο να θελήσει να πληρώσει τα έξοδα σε έναν αθηναίο δικηγόρο για να τη δικάσει, εκτός κι αν συντρέχουν ειδικοί λόγοι.
Τέλος, για την πληρότητα να αναφέρω ότι οποιοσδήποτε είναι εγγεγραμμένος σε δικηγορικό σύλλογο κράτους - μέλους της ΕΕ, έχει δικαίωμα εγγραφής σε ημεδαπό Δικηγορικό Σύλλογο. Για τους υπηκόους τρίτων χωρών, το δικαίωμα εγγραφής παρέχεται μετά πενταετία από την πολιτογράφηση του ως έλληνα υπηκόου.
Μετά από όλα αυτά, εγώ είμαι ακόμη με την απορία γιατί θεωρείται κλειστό το επάγγελμα του δικηγόρου και γίνεται τόση φασαρία. Αν μπορεί κάποιος να με διαφωτίσει, παρακαλώ να το κάνει.