Οι μεταφορές είναι ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο - και στα χέρια ενός αριστοτέχνη γίνονται ένα μαγικό εργαλείο - για τον λογοτεχνικό λόγο. Σε άλλες μορφές γραπτού λόγου όμως, δεν "αρμόζουν", ενώ σε κάποια επιστημονικά αντικείμενα είναι σχεδόν "απαγορευμένες".
Τον τελευταίο καιρό παρακολουθώ με απορία και αμηχανία, τις μεταφορές να καταλαμβάνουν όλο και μεγαλύτερο χώρο στο δημόσιο λόγο. Η ανάγκη που - τεχνητά ή τεχνηέντως - υφέρπει και συνίσταται στον υπερτονισμό και στην εμφατικότητα, έχει φέρει στην πρωτοκαθεδρία τις μεταφορές. Και αυτό, από μόνο του, είναι ανησυχητικό, στο μέτρο που ο δημόσιος διάλογος θα έπρεπε να διεξάγεται ψύχραιμα, κυρίως όμως διότι η εμφατικότητα που προσφέρουν οι μεταφορές διεγείρουν το συναισθηματικό υπόβαθρο και ο δημόσιος διάλογος δεν πρέπει να απευθύνεται στο θυμικό, αλλά στη λογική.
Η αρχή έγινε στα οικονομικά θέματα, όπου από την ιατρική ορολογία, πολύ γρήγορα υιοθετήθηκε (τουλάχιστον σε εγχώριο επίπεδο) η στρατιωτική "φρασεολογία". Μεγάλη ειρωνεία, θα έλεγα, τουλάχιστον στο μέτρο που γίνεται σχεδόν παγκοίνως δεκτό ότι "εκεί που τελειώνει η λογική, αρχίζει ο στρατός".
Εσχάτως όμως, ο διάλογος σχετικά με τα κοινωνικά θέματα έχει αρχίσει να χρησιμοποιεί θρησκευτικής προέλευσης φρασεολογία, αλλά και τη "μεθοδολογία" του δίπολου "καλό-κακό". Είναι επιεικώς αφελές να πιστεύει κάποιος ότι η κοινωνία και η συμπεριφορά των μελών της μπορεί να ερμηνευθεί με ηθικολογίες και μεταφυσικές θεωρήσεις. Όπως είναι γελοίο να προσπαθεί κάποιος να στριμώξει τα μέλη μιας κοινωνίας σε δύο κατηγορίες, με μοναδικό κριτήριο την ετεροκαθοριζόμενη -ή ακόμη χειρότερα την αρνητικά προσδιοριζόμενη - ηθική θεώρηση.
Ιδιαίτερη όμως εντύπωση προκαλεί το γεγονός, ότι οποιοσδήποτε εμπλέκεται σε αυτή τη μορφή διαλόγου, ασυνείδητα(;), επωμίζεται όλες τις "παρενέργειες" της θρησκευτικότητας. Ομιλεί θεωρώντας ότι κατέχει τη μια και μοναδική αλήθεια, την οποία πρέπει να επιβάλλει επί των "απίστων", υπόσχεται τον "παράδεισο" και φυσικά αποκλείει τον εαυτό του από τον εσμό των "αμαρτωλών", υπερτονίζοντας το ηθικό πλεονέκτημα του.
Σε μια εποχή - πολυεπίπεδης - κρίσης, όλοι ασκούν κριτική σε αυτούς που τους κριτικάρουν, με κύριο επιχείρημα, το ad hominem, στιγματίζοντας τις "αμαρτίες" του "απέναντι". Η ουσιαστική, διαλεκτική σχέση που προϋποθέτει ο διάλογος, έχει θαφτεί κάτω από την υποκρισία, την αλαζονεία και την αγάπη για "τσιτάτα" που χαρακτηρίζουν αμφότερους τους δήθεν συνδιαλεγόμενους στην πλειονότητα τους.
Κάτω από αυτήν την αποκρουστική επιφάνεια του δήθεν διαλόγου, κρύβεται μια αποκρουστικότερη αλήθεια. Κρύβεται η ημιμάθεια. Όπως ακριβώς η θρησκεία, εξηγούσε με τον για αυτήν βολικό τρόπο τα κάποτε ανεξήγητα φαινόμενα του κόσμου, έτσι και η ηθικολογία στον κοινωνικό διάλογο αποπροσανατολίζει από τα πραγματικά αίτια των προβλημάτων, προτάσσοντας, στην καλύτερη περίπτωση, ως τέτοια τις επιβαρυντικές περιστάσεις τους.
Η λογική, στις μέρες μας, έχει μετατραπεί σε ηθικολογία. Παρά την απώτερη κοινή ρίζα των λέξεων, τις χωρίζει μια άβυσσος. Η άβυσσος στην οποία κατακρημνιζόμαστε, διότι από τη σωτηρία της ψυχής, περάσαμε στη σωτηρία της ηθικής.
(*) Ο τίτλος είναι δανεισμένος από ομότιτλο βιβλίο που αποτελεί συλλογή άρθρων του Ουμπέρτο Έκο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου